Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010

ΔΑΣΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ

Στην πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα εκδιδόταν στην Αθήνα μια εφημερίδα, ΤΑ ΠΑΤΡΙΑ, όργανον της Εταιρείας της υπέρ των Πατρίων Αμύνης, με την επιμέλεια των Γ. Ν. Χατζιδάκι, Κ. Γ. Ζησίου και Ι.Μ. Δαμβέργη (διευθυντής).
Ο Γεώργιος Ν. Χατζιδάκις, γλωσσολόγος καθηγητής, ήταν από την Μύρθιο Ρεθύμνης, ο Ιωάννης Μ. Δαμβέργης, δημοσιογράφος και συγγραφέας από το Ηράκλειο Κρήτης και ο Κωνσταντίνος Γ. Ζησίου, καθηγητής, από την Ήπειρο.
Στο φύλλο 25 (10 Σεπτ. 1905) δημοσιεύτηκε ένα άρθρο για τον Δασκαλογιάννη, ανωνύμως, όπως και όλα τα άρθρα στην εφημερίδα. Συγγραφέας προφανώς είναι ένας από τους Κρητικούς (ο Χατζιδάκις ή ο Δαμβέργης).

Σαρωμένες τις σελίδες του άρθρου τις έχω αναρτήσει εδώ.

Έπεται το κείμενο:


ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ

ΟΙ ΒΛΑΧΟΙ ΤΩΝ ΣΦΑΚΙΩΝ

Η ΜΟΥΡΟΥΖΟΠΟΥΛΑ


Από πολλών δεκαετηρίδων προ του 1770 είχε καταφύγη εις Ανώπολιν Σφακίων επίσημον εξ ελληνικού εν Βλαχία οίκου πρόσωπον υπό της Πύλης καταδιωκόμενον. Ο πρόσφυξ ούτος, μεμορφωμένος ων ικανώς, διετέλει εκεί εν τιμή και σεβασμώ, νυμφευθείς δ΄ εν τη κωμοπόλει, εγένετο ο αρχηγέτης των εν Σφακίοις Δασκαλογιάννιδων, Βλάχων τότε εκ της αρχικής προελεύσεως του γενάρχου αυτών ακουόντων, μετερχομένων δ' ευδοκίμως εμπορίαν εν τω υπό τη Ανωπόλει όρμω Λουτρώ, ένθα είχον πολλάκις και τρία πλοία ιδιόκτητα πρόσφορα προς την εμπορικήν αυτών εργασίαν. Εκ του εμποροναυτικού τούτου οίκου εγένετο ο περιώνυμος ύστερον Ιωάννης Βλάχος ή Δασκαλογιάννης. Ο Ιωάννης ούτος είχε τέσσαρας άλλους αδελφούς [1], αλλ' αυτός ου μόνον ήτο ο νοημονέστερος και δραστηριώτερος, αλλά και ο μάλλον εν τοις χρόνοις εκείνοις εν Σφακίοις εγγράμματος, όθεν και Δάσκαλος κοινώς ήκουε. Ο Δάσκαλος Ιωάννης εμποροπλοίαρχος γενόμενος πλέων ου μόνον εις Μασσαλίαν, Λιβόρνον, και Τεργέστην, αλλά και εις Οδησσόν, και περιουσίαν ουκ ευκαταφρόνητον ούτως εκτήσατο έχων εν τέλει τρία ιδιόκτητα πλοία, και γνώσεων και πείρας μεγάλης εγένετο κάτοχος, λαλών ευχερώς την Ιταλικήν και τα Γαλλικά και Ρωσσικά αρκούντως εννοών. Ήτο η εποχή τότε εκείνη, καθ' ην η Αικατερίνη η Β' της Ρωσσίας, γην και θάλασσαν συνταράττουσα, ενόει ν' ανατρέψη το Μωαμεθανικόν Κράτος και ανιδρύση επί το ρωσσικώτερον ως νοείται το πρότερον Βυζαντινόν. Όθεν πανταχόσε εξαπεστέλλοντο κατηχηταί προς τούτο και απόστολοι. Είτε δ' εκ συνεννοήσεως, είτε κατά τύχην παρευρέθη και ο Δάσκαλος Ιωάννης εν ταις συνδιασκέψεσιν ομογενών μετά τοιούτων της Αικατερίνης κατηχητών εν Τεργέστη και Ενετία. Εν αυταίς μυηθείς τα διενεργούμενα προς γενικήν των ραγιάδων εξέγερσιν, επανήλθε θάρρους έμπλεως εις Σφακία προς παρασκευήν εις τον δυσχερή αγώνα.

Ούτω μετ' ου πολύ εισπλέει κατά τα συντεθειμένα στόλος Ρωσσικός κατά μοίρας υπό τους ναυάρχους Ελφιντώνα τον Σκώτον και τον Σπυριδώφ και τους ευνοουμένους της Αικατερίνης αδελφούς Θεόδωρον και Αλέξιον Ορλώφ, ενώ ο εκ Θεσσαλίας λοχαγός του πυροβολικού Γρηγόριος Παπάζογλους συνεννοείτο περιερχόμενος ως αρχαιολόγος δήθεν μετά των εν Σπάρτη, Καλάμαις και Καλαβρύτοις προκρίτων. Εις τας συσκέψεις και συνεννοήσεις ταύτας προσδραμών και ο Δάσκαλος Ιωάννης, παρηγγέλθη να επανέλθη εις Σφακία και ετοιμασθή, επανελθών δε δεν εύρε τόσω προθύμους τους συνεπαρχιώτας, αναλογιζομένους την εν γένει τότε κατάστασιν της Κρήτης, του χριστιανικού στοιχείου δεινώς εν τη γεέννη των Κρητογιανιτσάρων βασανιζομένου και μη δυναμένου να άρη κεφαλήν και συμπράξη ενεργώς μετά των Σφακιανών. Εν τούτοις εύγλωττος ων και πειστικός ο Ιωάννης, κατώρθωσε μετ' επανειλημμένα των προκρίτων και ριζαρχών (γενέδων) συμβούλια, επιδεικνύων και επισήμους εγγράφους σπουδαίας και κραταιάς συναντιλήψεως υποσχέσεις, να παρασύρη αυτούς εις κοινήν δράσιν, φρονών ότι μετά την έναρξιν του δεινοτάτου εγχειρήματος ήθελεν εγκαρδιωθή και ο άλλος της νήσου χριστιανικός λαός, ως πολλοί εκ των περιοικίδων προ πάντων επαρχιών υπισχνούντο να πράξωσιν, αλλά δεν απετόλμησαν, τουλάχιστον συστηματικώς, σωφρόνως προσενεχθέντες, διότι άλλως ήθελεν είνε παγγεννής ο της νήσου εξαφανισμός μετά την διαγωγήν εκείνην των Ρώσσων εν τε τη Πελοποννήσω και τω Αιγαίω.

Και λοιπόν ο Δάσκαλος Ιωάννης μετά την επιστροφήν του απεσταλμένου αδελφού του Παύλου εκ Πάρου, ένθα εστάθμευεν ο στόλος των αδελφών Ορλώφ, και την επανάληψιν των υποσχέσεων αυτών, ύψωσε την σημαίαν της ελευθερίας την 25ην Μαρτίου 1770, διαθέσας δε και διατάξας ως γενικός πολιτικός και στρατιωτικός αρχηγός, ώρμησεν έξω των Σφακίων ανεπισχέτως, άγων άνδρας αληθώς γίγαντας και αξίους πολλών κρειττόνων περιστάσεων. Είναι μέγας και θαυμαστός ο ελληνικός ούτος αγών αντάξιος των παλαιφήμων προγόνων αυτών Δωριέων. Θαύματα εκπληκτικά αληθώς εξετέλεσαν αι δράκες εκείναι των γιγαντομάχων αγωνιστών επί μήνας κατά των απαύστως επιρρεόντων πάντοθεν και αντεφορμώντων εν φρυαγμώ πολεμίων. Οι αγώνες ούτοι είνε σπουδαιότατοι και ανεκτίμητοι της όλης ιστορίας του Ελληνικού Έθνους. Τέλος όμως μετά την πόρθησιν της γενετείρας του αρχηγού Ανωπόλεως και την περαιτέρω Λεωνίδειον άμυναν της φαραγγώδους Αραδένης, εξέπνευσεν ο φοβερός και πανχάλεπος αγών, των Ρώσσων εγκαταλιπόντων αυτόν και εν Κρήτη όλως αβοήθητον. Οι ηρωικοί Λευκωρείται, ενώ η τραχεία και ουχί μεγάλη, αλλά περιλάλητος αυτών επαρχία, δεν ήτο πολυάνθρωπος, απεδεκατίσθησαν φοβερά, διότι εκ των 12 περίπου χιλιάδων εν αυτή ψυχών 3600 εφονεύθησαν καν διαφοροτρόπως απωλέσθησαν, 1500 ηχμαλωτίσθησαν, 2000 εξεπατρίσθησαν, εν οις και οι Καλέργαι, Βερναδάκαι, Δρακούλαι, Αλφιεράκαι και άλλοι εις την νότιον Ρωσσίαν, και άλλοι εις τας νήσους του Αιγαίου και τας Ιονίους, εν οις και οι Βούρβαχοι εν Κεφαλληνία, μόλις του ενός τρίτου των κατοίκων περισωθέντος, και τούτου εν παντελεί στερήσει, των κωμών και χωρίων περικαύστων γενομένων, ενώ πρότερον ουκ ολίγον ευημέρουν εκ τε του πλανοδίου κατά την Κρήτην ποικίλου εμπορίου και της ακμαζούσης εν Σφακίοις ναυτιλίας.
Αυτός δε ο δύσμοιρος αρχηγός Ιωάννης ελκυσθείς απατηλώς εις το εν τω Αποκορώνω στρατόπεδον του σερασκέρη της Κρήτης, απήχθη εις την πρωτεύουσαν τότε Ηράκλειον μετά πολλών περί αυτόν προκρίτων και προεστώτων, μη καταλιπόντων, αλλ' ακολουθησάντων αυτόν εις την δεινήν αιχμαλωσίαν εκουσίως. Μετά μηνών δε βασάνους και μαρτύρια, όπως δείξη τους κεκρυμμένους θησαυρούς του, υπέστη καρτερικώς και αγογγύστως το φρικτότερον των μαρτυρίων, εκδαρείς ζων (τη 17η Ιουνίου 1771), μέγα εξιλαστήριον θύμα προσενεχθείς εις τον βωμόν της ελευθερίας της Πατρίδος, 26 έτη προ του άλλου του Γένους μεγαλομάρτυρος Ρήγα του Φεραίου. Οι εγκάθειρκτοι δε εν τοις φοβεροίς υπογείοις του ενετικού εν τω λιμένι πύργου απέδρασαν μετά χρόνον και μετά πολλά μόλις ζώντες και εν φρικώδει καταστάσει απεσώθησαν εις Σφακία, της Κρήτης του λοιπού εις τα βάσανα της γεέννης υποβληθείσης μέχρι της εθνεγερσίας, ότε οι επίγονοι του 1770 ανωρθώθησαν ως Γίγαντες αληθώς και Τιτάνες κατά του βδελύγματος της ερημώσεως.


Ερείπια της οικίας του Δασκαλογιάννη (1918).
Από το βιβλίο του Μιχ. Δέφνερ, Οδοιπορικαί Εντυπώσεις από την Δυτικήν Κρήτην [1928]

Εκ των τεσσάρων δε υιών του Δασκάλου Ιωάννου (ή Δασκαλογιάννη κοινώς) μόνον ο Ανδρέας εσώθη, εξ ου οι μετά ταύτα επιφανείς αγωνισταί Δασκαλογιάνναι ή Βλάχοι, εκ των τριών δ΄αυτού θυγατέρων μόνη η Μαρία. Αύτη αιχμαλωτισθείσα απήχθη εις Κωνσταντινούπολιν υπό του ανωτέρου οικονομικού υπαλλήλου (δεφτερδάμπαση), Τούρκου πλουσίου ηπίου δε και επιεικούς, όστις επέτρεψεν εις αυτήν ελευθέραν την εξάσκησιν της πατρώας αυτής θρησκείας. Αποθανόντος δ' αυτού ως και των δύο αρρένων αυτών τέκνων κατόπιν, έζη η Μαρία εν Κωνσταντινουπόλει ευπορούσα μεν και υποληπτομένη μεγάλως υπό τε των γυναικών και μεγιστάνων της πρωτευούσης και των εν Φαναρίω αριστοκρατικών οίκων, μηδόλως εν τούτοις δυνηθείσα μετά πάροδον τοσούτου χρόνου να μάθη τι περί των συγγενών αυτής, αν έζων τινές έτι εξ αυτών ή αν παγγενώς απωλέσθησαν. Μεμνημένη όμως των παραγγελιών του πατρός της, τας οποίας εκ της εν Ηρακλείω ειρκτής του απηύθυνε προς αυτήν λέγων: "Εγώ, παιδί μου, θα αποθάνω γλήγορα, θα σε βιάσουν δε να τουρκέψης, μη λησμονής όμως ότι θα σου στείλω από τον τάφον μου ή την ευχήν μου ή την κατάραν μου. Προτίμησε τον θάνατον με την ευχήν μου ή την τουρκικήν ζωήν με την κατάραν μου" ταύτα μεμνημένη η Μαρία , ει και δεν παρημέλησε παντελώς την πατρώαν θρησκείαν, βιούσα και πρότερον και μόνη μείνασα θεαρέστως, εν τούτοις επόθει διακαώς ν' απέλθη εκ Κωνσταντινουπόλεως και να εγκαταβιώση ως μοναχή εν τω εν Τήνω ναώ της Ευαγγελιστρίας. Ούτως ενώ ετελούντο φρικτά τερατουργήματα και έπιπτον θύματα άπειρα εν τη πρωτευούση, εκραγείσης της Ελληνικής Επαναστάσεως, απετόλμησεν, ισχύουσα άλλωστε ουκ ολίγον, ν' αποδράση, μαθούσα δε ότι πλοίον τι, και μάλιστα Κρητικόν, ανεχώρει μέλλον να διέλθη και εκ Τήνου διά την πανήγυριν της 25ης Μαρτίου, εισήλθεν εις αυτό και παρεκάλεσε τον πλοίαρχον να παραλάβη αυτήν μετά μιας μικράς θεραπαινίδος της, όπως μεταβώσι προς προσκύνησιν της Θεοτόκου εν Τήνω. Ο πλοίαρχος πεισθείς μετά πολλά, αφού εβεβαιώθη, ότι η κυρία είνε μεγάλη τις εξ ισχυρού αριστοκρατικού οίκου, βλέπων δε ότι και εξ ενόπλου Αλβανού συνωδεύετο (του Νταή Μουσταφά, του περιωνύμου ύστερον εν Κρήτη αγωνιστού, εκ Κουντούρων δε της Αττικής καταγομένου Νικόλα Ζέρβα ή Ζερβονικόλα), είπεν ότι παραλαμβάνει αυτήν, αλλά να σπεύση, διότι θα αποπλεύση μετ΄ολίγον πριν δεινωθώσιν έτι μάλλον τα πράγματα. Η Μαρία εξελθούσα ητοιμάσθη εσπευσμένως και παραλαβούσα την ως είρηται θεραπαινίδα της, επέβη του ετοίμου προς απόπλουν πλοίου εν συνοδεία πάντοτε του πιστού αυτής ανέκαθεν Νταή Μουσταφά, κομίζουσα και άδειαν γραπτήν επιτρέπουσαν να απέλθωσιν, οπότε ήθελον. Τούτου γενομένου, εξήρχοντο του λιμένος, ει και βροχηδόν, έπιπτον αι σφαίραι εξ απαύστων φονικών πυροβολισμών, αφού δε εγένοντο έξω κινδύνου και καθησύχασαν, και μάλιστα η λεπτοφυής και ωραία θεραπαινίς ηρώτησεν ο πλοίαρχος τις ήτο και είχε παρά τη εξουσία και δη εν τοιαύταις περιστάσεσι, τόσην επιρροήν και δύναμιν, η δε είπεν: "είμαι Κρήσσα εκ Σφακίων, και θυγάτηρ του Δασκαλογιάννη (εν ταύθα άρχεται διηγουμένη τα της επαναστάσεως των Σφακίων, τα του πατρός της και τας φοβεράς περιπετείας εν γένει του οίκου της και εαυτής)". Ταύτα ακούσαντες ο πλοίαρχος Μανούσος και ο αδελφός αυτού Γεώργιος (ο ύστερον Τσελεπής), ανεβόησαν, διακόψαντες την διήγησιν: "Και λοιπόν είμεθα στενοί συγγενείς, είσαι η απολεσθείσα άλλη θεία μας, η Μαρία, αδελφή του πατρός μας Ανδρέου και δεν εγνωρίζομεν ότι ζης", και εις τους λόγους τούτους περιεπλέχθησαν περιπτυχθέντες και οι τρεις κατασπαζόμενοι και κλαίοντες, λιποθύμου πεσούσης της Μαρίας, ενώ το κοράσιον κατάπληκτον και αλλόφρον εξεφώνει γοερώς. Μετά την άκρως δραματικήν αναγνώρισιν ταύτην και την εξ αυτής μεγάλην συγκίνησιν η Μαρία, εκθέτουσα εν πλάτει τα του βίου και των επισήμων σχέσεών της εν τη πρωτευούση, συνέστησεν εις τους ανεψιούς της το κοράσιον, ανακοινώσασα εις αυτούς, ότι είνε κόρη μεγάλου άρχοντος εκ του οίκου των Μουρουζών, Ηράκλεια καλουμένη, την οποίαν παρεκλήθη να παραλάβη και σώση, θανατωθέντων των γονέων της, εζήτησε δε ως χάριν μεγάλην και πατριωτικήν ου μόνον να παραλάβωσιν την κόρην αυτήν αλλά και να μνηστευθή αυτήν ο ανεψιός της Γεώργιος, νέος εκτάκτου ανδρικής καλλονής. Τούτων γενομένων, η μεν Μαρία κατέμεινεν εν Τήνω, όπου εγκατεβίωσεν εν τη υπηρεσία του περιδόξου ναού ως μοναχή, οι δε ανεψιοί απήλθον μετά της ευγενούς κόρην κατ' ευθείαν εις Σφακία. Εκραγείσης δε και εν Κρήτη της επαναστάσεως, προεχειρίσθη ο Γεώργιος, ο Τσελεπής πάντοτε ακούων, ανώτατος αρχηγός Σφακίων διά τε τα έκτακτα ψυχικά και σωματικά αυτού πλεονεκτήματα, και την του γένους επισημότητα, αλλ' έπεσε μετά μήνας τινάς (τη 6η Δεκεμβρίου 1821) πολιορκών την Κάντανον, μόλις τριακοντούτης, μέλλων να διαπρέψη εν τοις πρώτοις κατά τον Ιερόν Αγώνα. Την μνηστήν δ΄αυτού Μουρουζοπούλαν Ηράκλειαν έλαβε κατόπιν ο άλλος αδελφός του Τσελεπή Νικόλαος, διαπρεπής αγωνιστής μέχρις αυτής της του 1866 τριετούς επαναστάσεως, ο μόνος επαναλαβών το αρχικόν επώνυμον Βλάχος αντί και του πάλιν εκνικήσαντος μέχρι τούδε Δασκαλογιάννη. Δείκνυται δ' έτι εικών της Θεοτόκου εν τω οίκω Ν. Βλάχου εν Νεαπόλει [διάβαζε Ανωπόλει] Σφακίων, την οποίαν υπέργηρος η Μουρουζουπούλα Ηράκλεια επεδείκνυε, φέρουσαν κάτω τα αρχικά στοιχεία Δ. Μ. (Δημήτριος Μουρούζης), ως μόνη προίκα, την οποίαν ηδυνήθη φεύγουσα, ως είδομεν η ορφανή να λάβη μεθ' εαυτής, κειμήλιον διττώς θρησκευτικόν τε και εθνικόν πάνσεπτον.


[1] Ούτοι ήσαν οι Νικόλαος (ο επικαλούμενος Χατζή Σγουρομάλλης), Παύλος, Μανούσος και Γεώργιος. Του Παύλου έκγονος ήτο ο γνωστός οφθαλμίατρος και καθηγητής Πανεπιστημίου Ανδρέας Μανούσου Αναγνωστάκης.

Mail Antreas P. Hatzipolakis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.