Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΝΙΚΗΦ. ΤΣΟΝΤΟ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚ. ΣΦΟΥΓΚΑΤΑΚΗ (1965)

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΝΙΚΗΦ. ΤΣΟΝΤΟ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΝΙΚ. ΣΦΟΥΓΚΑΤΑΚΗ (1965)

To 1965 πέθανε στην Αθήνα ο Ιωάννης Νικηφ. Τσόντος από την Αράδαινα Σφακίων. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Ανωπολίτης Γεώργιος Νικολάου Σφουγκατάκης (ή Δασκαλάκης). Ο Ιωάννης Τσόντος υπήρξε αγωνιστής του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα (βλ. βιογραφία του). Αυτό που μαθαίνουμε από τον επικήδειο είναι ότι η μητέρα του ήταν αδερφή του Ανωπολίτη βουλευτή της Κρητικής Πολιτείας Γεωργίου Δασκαλογιάννη (μία άλλη αδερφή του παντρεμένη στην Ανώπολη ήταν η Δέσποινα σύζυγος Νταμουλή Πολαναγνωστάκη)

Ο Γεώργιος Σφουγκατάκης ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού.

Βιογραφία του Ι. Ν. Τσόντου (Πάρις Κελαϊδής: Εγκυκλοπαίδεια των Σφακίων, Αθήνα 2007, σελ. 333)

Tο Χειρόγραφο του Γεωργ. Ν. Σφουγκατάκη

Δακτυλόγραφο του επικήδειου

Mail Antreas P. Hatzipolakis


Τρίτη 3 Απριλίου 2018

FRED. BOISSONNAS της Βέρας Παπαδάκη

FRED. BOISSONNAS

Ο ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

Βέρα Παπαδάκη

Ο Fred Boissonnas με το taxiphot το 1900

Ο Fred Boissonnas, ένας θρύλος της παγκόσμιας φωτογραφίας, ήταν φλογερός ελληνολάτρης, αγάπησε την Ελλάδα με πάθος και την περιόδευσε για 28 χρόνια από τη Μακεδονία μέχρι την Κρήτη και από την Κέρκυρα μέχρι τα Δωδεκάνησα.

Μέσα από τις φωτογραφίες και τα λευκώματά του, μας παρουσίασε ένα πανόραμα της Ελλάδας, πρωτοποριακό και ουσιαστικό για την εξέλιξη της Ελληνικής φωτογραφίας στις αρχές του 20ου αιώνα.

Με τη σπάνια καλλιτεχνική του αίσθηση, μας έδωσε την πραγματική εικόνα της Ελλάδας, μαρτυρίες μοναδικές, εικόνες και στιγμιότυπα από τη ζωή της υπαίθρου, αποθανατίζοντας τοπεία και ανθρώπους, ιστορικά τεκμήρια μιας χαμένης εποχής, εν αντιθέσει με τους ξένους περιηγητές και τους πρώτους φωτογράφους του 19ου αιώνα που ζωγράφιζαν και φωτογράφιζαν κυρίως την Ελλάδα των αρχαιοτήτων.

Ο Fred Boissonnas εκτός από το τεράστιο έργο του για την Ελλάδα, επηρέασε και τους Ελληνες φωτογράφους, όπως τη Nelly`s, η οποία εφάρμοσε τις μεθόδους της τεχνικής του και το Σπύρο Μελετζή.

Ο Fred Boissonnas γεννήθηκε στη Γενεύη στις 18 Ιουνίου 1858. Ο προπάππος του πατέρα του ήταν Γάλλος, μπαλωματής το επάγγελμα, και το 1748 κατέφυγε στη Γενεύη για να σωθεί από τους θρησκευτικούς διωγμούς εναντίον των διαμαρτυρομένων. Ο πατέρας του Fred, ο Henri-Antoine ( 1833-1889), έγινε φωτογράφος και άνοιξε atelier φωτογραφίας το 1864, προς μεγάλη απογοήτευση του πατέρα του, ο οποίος είχε ειδικευθεί στην ωρολογοποιΐα.

Ο Henri-Antoine παντρεύτηκε την Sophie Pilet, κόρη αξιωματικού του ναυτικού και απέκτησε τέσσερα παιδιά, τον Fred, τον Edmond-Victor, την Caroline και την Eva. Η Σοφία ήταν καλλιεργημένη, δυναμική και διεύθυνε το φωτογραφικό στούντιο με βοηθούς τους δυο γιους της.

Ο Henri-Antoine εξελίχθηκε σε περιζήτητο φωτογράφο, βραβεύτηκε στη Διεθνή Εκθεση των Παρισίων το 1867 και με την πάροδο του χρόνου κέρδισε πολλά μετάλλια και διακρίσεις. Ο Fred, ο πρωτότοκος γιος του, ήταν ωραίος, καλός μαθητής, άριστος στην ιστορία και τη γεωγραφία, αλλά όχι στα μαθηματικά, και σπούδασε σχέδιο στη σχολή Καλών Τεχνών. Ο Henri-Antoine εμύησε και τους δυο γιους του από μικρή ηλικία στα μυστικά της φωτογραφίας, ώστε να αποκτήσουν στέρεες γνώσεις και να γίνουν άριστοι φωτογράφοι. Οταν ο Fred τελείωσε το γυμνάσιο, η οικογένεια τον έστειλε στη Στουτγάρδη, να ειδικευθεί κοντά σ`ένα μεγάλο Γερμανό φωτογράφο, τον Brandseph και μετά στη Βουδαπέστη να συμπληρώσει τις φωτογραφικές του γνώσεις με τον περίφημο φωτογράφο Kohler, ο οποίος φωτογράφιζε τις γιορτές και τα έθιμα της υπαίθρου, πρακτική που θα εφαρμόσει αργότερα στην Ελλάδα.

Ο Kohler είχε προβλέψει το μέλλον του Fred, λέγοντάς του "μιά μέρα θα είσαι ο μεγαλύτερος φωτογράφος της Ευρώπης ". Και έτσι έγινε.

Εν τω μεταξύ, ο μικρότερος αδελφός του Fred, ο Edmond-Victor, ασχολείται από μικρή ηλικία με τη φωτογραφική χημεία. Μέχρι τη δεκαετία του 1870, οι φωτογραφικές πλάκες δεν απέδιδαν τα χρώματα όπως τα βλέπει το ανθρώπινο μάτι. Στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες το κίτρινο δεν τυπωνόταν και το μπλε δεν ξεχώριζε από το λευκό, πράγμα που ανάγκαζε τους καλούς φωτογράφους να ζωγραφίζουν τα αρνητικά. Ο Edmond-Victor, έπειτα από προσπάθειες τριών ετών ανακαλύπτει μία ουσία ευαίσθητη στο κίτρινο χρώμα.

Η διαφορά είναι καταπληκτική και ονομάζει τη φωτογραφική πλάκα ορθοχρωματική. Για την εφεύρεση αυτή παίρνει το αργυρό μετάλλιο στη φωτογραφική έκθεση της Βιέννης το 1882 και είναι μόλις 20 ετών. Τα δύο αδέλφια συνεργάζονταν αρμονικά, όταν μιά καρδιακή κρίση του πατέρα τους, αναγκάζει τον Fred να αναλάβει το φωτογραφικό εργαστήριο το 1887. Το 1888 ο Edmond-Victor κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή Εκθεση των Βρυξελλών και ο διευθυντής της εταιρίας Kramer από την Αμερική μένοντας έκθαμβος από τις φωτογραφίες των αδελφών Boissonnas, τους προσφέρει ένα τεράστιο ποσό για να κατασκευάζει τις φωτογραφικές πλάκες στο εργοστάσιό του. Ενα χρόνο αργότερα ο Edmond- Victor πηγαίνει στην Αμερική, αλλά σε λίγους μήνες προσβάλλεται από τύφο και πεθαίνει στις 25 Ιανουαρίου του1890, σε ηλικία 28 ετών.

Η ζωή όμως συνεχίζεται και την ίδια χρονιά ο Fred παντρεύεται την Augusta Magnin, 26 ετών. Ο γάμος έγινε σε στενό κύκλο και πέρασαν το μήνα του μέλιτος στην Ιταλία. Τον Σεπτέμβριο του 1891 αποκτά τον πρώτο του γιο και θα ακολουθήσουν άλλα οκτώ παιδιά. Ο Fred μετά το θάνατο του πατέρα του διπλασίασε τον κύκλο των εργασιών του, και από το 1890 τα βραβεία διαδέχονται το ένα το άλλο, χρυσά μετάλλια στη Βέρνη, στη Βιέννη, στο Σικάγο. Το 1896 αποκτά το πρώτο βραβείο στην Εθνική Εκθεση της Γενεύης και εκδίδει δύο άλμπουμ με θέμα "Village Suisse" που κυκλοφορεί σε χιλιάδες αντίτυπα. Και το 1900 θα τιμηθεί με το πρώτο χρυσό βραβείο στην παγκόσμια Εκθεση των Πρισίων. Ο Fred είναι πλέον ο μεγαλύτερος φωτογράφος στην Ευρώπη, όχι μόνο για τις θαυμάσιες εξωτερικές λήψεις του, αλλά και για τις φωτογραφίες εσωτερικού χώρου. Από τη μαθητεία του στη Βουδαπέστη, γοητεύθηκε από τα πολύχρωμα ντεκόρ, τους baroque φωτισμούς, τους καθρέπτες, τα στολίδια και τα πρωτότυπα σκηνικά του Kohler και τα εφάρμοσε στο atelier του στη Γενεύη. Χρησιμοποιεί τεράστιες γυάλινες πλάκες, κατασκευασμένες από τον αδελφό του Edmond-Victor και ένα telephot των 300 mm πρόγονο του τηλεφακού. Μελετά τις διακυμάνσεις του φωτός, από την αυγή μέχρι το σούρουπο, πριν και μετά τη βροχή, με σύννεφα η χωρίς σύννεφα., τραβά τουλάχιστον 20 λήψεις για κάθε φωτογραφία, τις οποίες επεξεργάζεται μια εβδομάδα, μέχρι να διαλέξει την καλύτερη. Μετά τον θρίαμβό του στο Παρίσι, αποφασίζει να κάνει γνωστό το όνομά του σε όλη την Ευρώπη, ιδρύοντας atelier με τους ικανότερους βοηθούς του.

Το 1901 αγοράζει ένα studio στο Παρίσι με συνεταίρο τον Taponnier, αλλά η επιχείρηση κατέληξε στα δικαστήρια. Το 1902 ιδρύει άλλο atelier στη Lyon, με τον αδελφό της γυναίκας του, που έκλεισε γρήγορα λόγω του θανάτου του. Ακολουθεί η αγορά του atelier του μεγάλου Γάλλου φωτογράφου Nadar στη Μασσαλία και ενός άλλου στη πόλη Reims. Η πιο σύντομη επιχείρησή του, ήταν στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσσίας το 1902, μαζί με το γερμανό Fritz Eggler, που διαλύθηκε λόγω του πολέμου με τεράστιες ζημιές.

Ασχολήθηκε επίσης με τον εκδοτικό τομέα, εκδίδοντας μόνος του φωτογραφικά λευκώματα, αλλά και εδώ απέτυχε οικονομικά.

Ο Fred το 1892 είχε τραβήξει μία καταπληκτική φωτογραφία του Λευκού Ορους, που η φήμη της ξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Σκωτζέζος λόρδος Nappier του πρότεινε να φωτογραφίσει το όρος Παρνασσός στην Ελλάδα και του έστειλε ένα τσεκ με 100 γουινέες για τα εξοδα της αποστολής. Ο Fred του επέστρεψε το τσεκ, αλλά ο λόρδος επανέλαβε την πρόταση έπειτα από ένα χρόνο, οπότε δέχθηκε και με το φίλο του Daniel Baud-Bovy, συγγραφέα και ιστορικό τέχνης, αναχώρησαν το 1903 για την Ελλάδα, παιρνοντας μαζί και τις γυναίκες τους. Είναι Πάσχα όταν φθάνουν πρώτα στην Κέρκυρα, όπου μαγεμένοι από τα χρώματα και τα Πασχαλιάτικα έθιμα κατηφόρησαν στην Πάτρα και από εκεί στον Παρνασσό. Περπάτησαν στο βουνό δύο μήνες και ο Fred τράβηξε 100 φωτογραφίες μέχρι να βρεί αυτή που ήθελε. Ο φωτογραφικός εξοπλισμός που μετέφερε είχε βάρος 500 κιλών, μόνο οι γιάλυνες πλάκες είχαν διαστάσεις 60 x 50 cm.

O Fred και ο Daniel Baud-Bovy τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους με τους οδηγούς τους στον Παρνασσό το1903.

Ανηφόρησε στο Ζέμενο με οδηγούς και μουλάρια φορτωμένα όλο αυτό το υλικό.

Γοητευμένος από την αγροτική ζωή, φωτογράφιζε σκηνές της καθημερινής ζωής των χωρικών από τα διάφορα μέρη που περνούσε. Περιόδευσε ακόμη στο Μέγα Σπήλαιο, Επίδαυρο, Μυκήνες Τίρυνθα, Αργος, Τρίπολη, Σπάρτη, Μεγαλόπολη, Ολυμπία, Κόρινθο και Ιθάκη.

Τον Οκτώβριο του 1907, επιστρέφοντας από την Αίγυπτο, έρχεται στην Αθήνα να φωτογραφήσει τα αρχαία μνημεία κατά παραγγελία του Ελβετού εκδότη Eggimann.

Το 1908, αφού διέσχισε την Ιταλία, έρχεται στην Ελλάδα μαζί με το φίλο του Daniel Baud-Bovy, επισκέπτονται την Αιγινα και την Επίδαυρο και μετά τα Μετέωρα.

Επιστρέφοντας στη Γενεύη τον Αύγουστο του 1910 ετοιμάζουν το λεύκωμα "En Gréce par monts et vaux", ένα βιβλίο μαμούθ, που ζυγίζει δεκατέσσερα κιλά και έχει διαστάσεις 50 x 49 cm.. Το λεύκωμα επωλείτο 1000 φράγκα, ποσό πολύ μεγάλο την εποχή εκείνη και είχε τεράστια επιτυχία.

Τον Οκτώβριο του 1911, οι δύο φίλοι έρχονται ξανά στην Ελλάδα, αυτή τη φορά για τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Η νέα περιοδεία αρχίζει από τη Μύκονο, όπου νοικιάζουν ένα ψαράδικο με δύο ιστία και τέσσερις ναύτες πλήρωμα. Επισκέπτονται τη Δήλο, την Τήνο, τη Νάξο, την Πάρο, τη Σίφνο, τη Σίκινο, την Αμοργό και τη Σαντορίνη, με προορισμό την Κρήτη.

Το 1912 συνοδεύει τον ιστορικό και Ελληνιστή Victor Bérard, ο οποίος ασχολείται με την Οδύσσεια του Ομήρου και θέλει να επαναλάβει το ταξίδι του Οδυσσέα βαδίζοντας στα ίχνη του στις χώρες της Μεσογείου, Ιταλία,Ισπανία, Τυνησία και Μαρόκο. Το κείμενο του Bérard με τις φωτογραφίες του Fred θα εκδοθεί πολύ αργότερα στο Παρίσι σε τέσσερις τόμους με τίτλο "Les navigations d`Ulysse". Το έργο αυτό εκδόθηκε και στα Ελληνικά το 2011 με τίτλο " Ακολουθώντας το πλοίο του Οδυσσέα".

Ο Fred φωτογραφίζοντας την Ελλάδα αντιλήφθηκε τη σημασία της πολιτικής προβολής της χώρας μέσα από την ποίηση της εικόνας και ακόμα την τουριστική διαφήμηση της στο εξωτερικό με τη δημιουργία φωτογραφικών λευκωμάτων. Από το 1905 είχε αρχίσει να αλληλογραφεί με την ελληνική κυβέρνηση ζητώντας χρηματοδότηση των ταξιδιών του, σκοπεύοντας να φωτογραφήσει εκτός από την Ελλάδα και τις αδούλωτες πατρίδες, Ηπειρο, Μακεδονία, Δωδεκάνησα, Κύπρο και Μικρά Ασία. Εν τω μεταξύ μαζί με τον αχώριστο φίλο του Daniel Baud-Bovy περιόδευαν την Ελλάδα με δική τους πρωτοβουλία και με δικά τους έξοδα. Οι Ελληνικές αρχές δεν ανταποκρίθηκαν στις αιτήσεις του Fred και οι χιλιάδες φωτογραφίες που τράβηξε μέχρι το 1918 δεν αξιοποιήθηκαν στο σύνολο τους, όπως θα άξιζε. Μόνο το 1907, ο Γεώργιος Α' δέχθηκε και ενέκρινε ένα μικρό ποσό, το οποίο ο Fred εισέπραξε μερικά χρόνια αργότερα.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν το 1913, όταν ο Αθως Ρωμάνος, πρεσβευτής της Ελλάδος στο Παρίσι, ανέθεσε στο Fred να φωτογραφήσει την Ηπειρο και τη Μακεδονία, περιοχές που μόλις είχαν ελευθερωθεί με τις νίκες των Βαλκανικών πολέμων.

Αθως Ρωμάνος

Ετσι τον Ιούνιο του 1913 ο Fred με τον Baud-Bovy έφθασαν στη Θεσσαλονίκη. Την εποχή εκείνη είχε παρουσιασθεί επιδημία χολέρας στη Μακεδονία και οι δύο φίλοι ήταν υποχρεωμένοι να εμβολιασθούν. Επωφελούμενοι των οκτώ ημερών μεταξύ του πρώτου και του δευτέρου εμβολίου, αποφάσισαν να εκπληρώσουν ένα παλιό τους όνειρο, να ανέβουν στον Ολυμπο, το βουνό των θεών, που έπειτα από τεσσερισήμιση αιώνες ήταν πάλι Ελληνικό. Ξεκίνησαν για το Λιτόχωρο στις 28 Ιουλίου με οδηγό το Χρήστο Κάκκαλο, κηνυγό αγριοκάτσικων , και παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, με ομίχλη και χαλάζι, κατάφεραν να κατακτήσουν την κορυφή Μύτικα ( 2917,8 μέτρα ) στις 2 Αυγούστου.

Το γεγονός έγινε γνωστό το 1919, με την έκδοση του λευκώματος " La Gréce immortelle" με φωτογραφίες του Ολύμπου που τράβηξε στη δεύτερη ανάβασή του ο Fred με το γιό του Henry και τον Daniel Baud-Bovy. Οι δύο φίλοι θα ξανάλθουν στην Ελλάδα το Σεπτέμβρη του 1927 συμμετέχοντες σε μιά εορταστική ανάβαση στον Ολυμπο με ξένους ορειβάτες, δημοσιογράφους, Ελληνες του Οδοιπορικού Συνδέσμου Αθηνών και μέλη της οικογένειας Boissonnas.

Μετά την κατάκτηση του Ολύμπου επισκέφθηκαν την Ηπειρο, τη Θεσσαλονίκη και άλλες περιοχές της Μακεδονίας, το Αγιο Ορος και τη Θεσσαλία. Καρπός της περιοδείας αυτής ήταν το λεύκωμα "Salonique. La ville des belles églises", το οποίο κυκλοφόρησε το 1919, μαζί με άλλα λευκώματα στη σειρά " L`image de la Gréce".

Οταν τελείωσε ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με το πρωτοπόρο και διορατικό του πνεύμα, αντελήφθηκε τη χρησιμότητα της φωτογραφίας στην προώθηση των Ελληνικών διεκδικήσεων στο Συνέδριο Ειρήνης των Παρισίων που έγινε τον Ιανουάριο του 1919 και ανέθεσε στον Fred Boissonnas τη διοργάνωση έκθεσης με καλλιτεχνικές φωτογραφίες από την Ελλάδα. ( Ο Fred είχε γνωρισθεί με το Βενιζέλο κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα και είχε σχέσεις με επίλεκτα μέλη της Αθηναϊκής κοινωνίας ). Το Δεκέμβρη του 1918 υπογράφηκε το συμβόλαιο με τον υπουργό Εξωτερικών Νικόλαο Πολίτη για την έκθεση με θέμα " Visions de Gréce", η οποία έλαβε χώρα στην αίθουσα " La Boétie " στο Παρίσι με εκατοντάδες φωτογραφίες από πολλές περιοχές της Ελλάδος, Ελληνικές ενδυμασίες και αρχαιότητες από τα μουσεία.

Η έκθεση τέθηκε υπό την υψηλή προστασία του Ελ. Βενιζέλου και εγκαινιάσθηκε από τον υπουργό Εξωτερικών. Είχε πολύ μεγάλη επιτυχία με χιλιάδες επισκέπτες και αργότερα περιόδευσε στην Αμερική. Συγχρόνως με την έκθεση, πραγματοποιήθηκε και μιά σειρά διαλέξεων από επιφανείς αρχαιολόγους και ελληνιστές, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στον τόμο " La Gréce immortelle".

Ο Βενιζέλος για να πείσει την επιτροπή των Ελληνικών υποθέσεων για τα δίκαια του Ελληνισμού δεν αρκέσθηκε μόνο στη διοργάνωση της έκθεσης, πρότεινε και ένα μεγάλο πρόγραμμα προβολής των Ελληνικών περιοχών με την έκδοση λευκωμάτων, τα οποία θα έστελναν σε πρεσβείες και πολιτικά πρόσωπα.

Ο Fred με τους δύο γιους του Edmond- Edouard και Henry- Paul στις 27 Μαρτίου 1919 υπέγραψαν συμβόλαιο με το Νικόλαο Πολίτη και θα εισέπρατταν 600 χιλιάδες ελβετικά φράγκα από την Ελληνική κυβέρνηση. Το συμβόλαιο προέβλεπε επίσης τη σύσταση επιστημονικής επιτροπής για τον έλεγχο των κειμένων, ώστε να είναι σύμφωνα με την επίσημη πολιτική γραμμή της κυβέρνησης.

Ετσι την άνοιξη του 1919 έφθασαν στη Θεσσαλονίκη συνοδευόμενοι από τον ελβετό συνταγματάρχη Fernand Feyler, ιστορικό του 1ου παγκοσμίου πολέμου.

O Edmond-Edouard αναχώρισε αμέσως για τη Σμύρνη με σκοπό να φωτογραφίσει την πόλη για το λεύκωμα που εκδόθηκε την ίδια χρονιά, με θαυμάσιες εικόνες, αν και ο Αθως Ρωμανός δεν έμεινε ευχαριστημένος, καθώς στο εξώφυλλο απεικονίζεται το τουρκικό νεκροταφείο. Ο Edmond φωτογράφισε και την Αθήνα για το λεύκωμα "Athénes moderne". Εν τω μεταξύ ο Fred με τον γιο του Ηenry-Paul και τον Fernand Feyler περιηγήθηκαν τη Μακεδονία και τη Θράκη. Αποτέλεσμα του ταξιδιού θα είναι οι δύο τόμοι " La campagne de Macedoine 1916-1917" και ο αντίστοιχος για το 1917-1918 οι οποίοι κυκλοφόρησαν το 1920 με κείμενα του Feyler. O Henry-Paul επιμελήθηκε τα εξώφυλλα, τη σελιδοποίηση των λευκωμάτων και τις εσωτερικάς βινιέττες.

Αργότερα, στις 5 Ιουνίου του 1921 ο Henry-Paul πήγε στη Σμύρνη μαζί με τον Feyler με αποστολή τη φωτογράφηση του Μικρασιατικού μετώπου, τηρώντας τη συμφωνία με την Ελληνική κυβέρνηση.

Ο Henry-Paul ήταν συγχρόνως και φωτογράφος του περιοδικού "Journal de Genéve" στο οποίο εργαζόταν ως ανταποκριτής και ο Feyler, ενώ αμοίβονταν και οι δύο για τις υπηρεσίες τους υπέρ της Ελληνικής προπαγάνδας του Υπουργείου Εξωτερικών.

Ακολούθησαν τον Ελληνικό στρατό κατά τη διάρκεια της προέλασής του στη Μικρά Ασία επί έξι μήνες και απεχώρησαν το φθινόπωρο του 1921, πριν από την καταστροφή. Ο Henry-Paul είχε συναντήσει στο Εσκί-Σεχήρ, το νεαρό τότε Ernest Hemingway, ανταποκριτή της εφημερίδας "Toronto Star" για τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και του έδινε φωτογραφικό υλικό για τα κείμενα που δημοσίευε.

Η τραγική κατάληξη της Μικρασιατικής εκστρατείας επηρέασε την κυκλοφορία των λευκωμάτων και η Ελληνική κυβέρνηση αδυνατούσε να πληρώσει τους Βoissonnas. Παρ`όλα αυτά προσέφεραν όλα τα μελλοντικά έσοδα από την πώληση τους για την περίθαλψη των προσφύγων.

Ο Fred το 1919, με όσα χρήματα πρόλαβε να πάρει από την Ελληνική κυβέρνηση, ίδρυσε το δικό του εκδοτικό οίκο "Editions d`Art Boissonnas, Genéve" έχοντας διευθυντή το φίλο του Daniel Baud-Bovy με σκοπό την έκδοση λευκωμάτων. Ομως η εκδοτική επιχείρηση απέτυχε, κυρίως από τον σκληρό ανταγωνισμό των μεγάλων εκδοτικών οίκων της εποχής Larousse, Hachette, κ.ά, οι οποίοι είχαν αρχίσει να εκδίδουν φωτογραφικά λευκώματα.

Ο αγαπημένος του γιός Edmond-Edouard, ο οποίος τον ακολουθούσε στις περιοδείες του στην Ελλάδα και είχε γίνει εξαίρετος φωτογράφος, απειλούμενος από τους πιστωτές του πατέρα του πέθανε το 1924 από καρδιακή προσβολή στο γραφείο του στη Γενεύη σε ηλικία 33 ετών.

Ο Fred τη δεκαετία του 1920 εγκαθίσταται στο Παρίσι, στο παλιό του atelier, αλλά οι καιροί έχουν αλλάξει. Από τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο και την οικονομική κρίση που ακολούθησε είχε αρχίσει να χάνει την πελατεία του. Ενας άλλος παράγοντας ήταν η εξέλιξη της φωτογραφικής τεχνικής, με την κυκλοφορία των φωτογραφικών μηχανών, όπου καθένας αποθανάτιζε στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής του.

Το 1929 θα περάσει ένα χρόνο στην Αίγυπτο, όταν ο βασιλιάς Fouad A' τον κάλεσε για τη δημιουργία ενός πολυτελούς λευκώματος. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1932, χωρίς επιτυχία λόγω της ιδιαίτερης πολιτικής αστάθειας την εποχή εκείνη. Ο Fred κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αίγυπτο, έφθασε μέχρι το όρος Σινά, τράβηξε πολλές φωτογραφίες, αλλά το λεύκωμα αυτό δεν εκδόθηκε, λόγω οικονομικών προβλημάτων.

O Fred είναι ήδη οικονομικά καταστρεμμένος. Αναγκάζεται να πουλήσει το πατρικό του σπίτι στη Γενεύη και το atelier του όπου εργάσθηκε πάνω από 50 χρόνια.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είναι φιλοξενούμενος των παιδιών του.

Πέθανε το 1946 στο σπίτι της μικρότερης κόρης του Daniele. Η γυναίκα του Αυγούστα είχε πεθάνει εξι χρόνια ενωρίτερα.

Οι κληρονόμοι του Henry-Paul Boissonnas στη Γενεύη, δώρισαν στο Μουσείο Μπενάκη το φωτογραφικό αρχείο του με τις πρωτότυπες φωτογραφίες της Μικρασιατικής εκστρατείας. Το φωτογραφικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης απέκτησε το αρχείο με τις Ελληνικές φωτογραφίες, στο οποίο περιλαμβάνονται 13 χιλιάδες αντικείμενα, πλάκες, αρνητικά και βιβλία της περιόδου 1903-1905.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Nicolas Bouvier, "Boissonnas,une dinastie de photographes 1864-1983", Lausanne 1963

Ειρήνη Μπουντούρη, "Φωτογραφία και εξωτερική πολιτική (1904-1922)"

Ηρακλής Παπαϊωάννου, "Η φωτογραφία του Ελληνικού τοπίου", Εκδόσεις Αγρα 2014

Θάνου Κωνσταντινίδη,"Το αρχείο Μπουασσοννά στη Γενεύη", Νέα Εστία 1993

Νίκος Νέζης, "Η κατάκτηση του Ολύμπου", Καθημερινή, Επτά Ημέρες, 19-9-1999

Φ. Κωνσταντίνου-Ε. Μπουντούρη, "Φωτογραφικό Αρχείο", Καθημερινή, Επτά Ημέρες, 24-9-2000

Γιώργος Μαθάς, "Τοπία και μνημεία της Ελλάδος από φωτογραφίες του Fred. Boissonnas", Περιοδικό Συλλογές

Βέρα Παπαδάκη


 

Free Hit Counter